Η ΠΟΛΗ ΤΟΥΛΑ ΤΩΝ ΤΟΛΤΕΚΩΝ!!! ΣΤΟ ΜΕΞΙΚΟ ΤΗΝ ΕΦΤΙΑΞΑΝ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ!;!

ΜΥΣΤΗΡΙΑ

Η ΠΟΛΗ ΤΟΥΛΑ ΤΩΝ ΤΟΛΤΕΚΩΝ!!! ΣΤΟ ΜΕΞΙΚΟ ΤΗΝ ΕΦΤΙΑΞΑΝ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ!;!

Θα ξεκινήσω με μια περιγραφή για την πόλη αυτή και μετά θα μπω στο κυρίως θέμα μας!!!!

Η Tula de Allende ( Τούλα ντε Αλλέντε ) είναι μια πόλη και ένας από τους 84 δήμους του Hidalgo στο κεντρικό-ανατολικό Μεξικό . Ο δήμος καλύπτει μια έκταση 305,8 χιλιόμετρα ² (118.07 τετραγωνικά μίλια), και από το 2010, ο δήμος έχει έναν συνολικό πληθυσμό 103.919. Ο δήμος περιλαμβάνει πολλές μικρότερες περιφερειακές πόλεις, ο μεγαλύτερος των οποίων είναι το El Llano ( Ελ Λλάνο ), San Marcos ( Σαν Μάρκος ), και San Miguel Vindho ( Σαν Μιγκέλ Βίντχο ). Πρόκειται για ένα περιφερειακό οικονομικό κέντρο και μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες πόλεις του Μεξικού. Ωστόσο, είναι περισσότερο γνωστή ως η πατρίδα του αρχαιολογικού χώρου Τούλα , γνωστή για τα Ατλάντια στοιχεία της . Η κατοικημένη περιοχή της (ή το μετρό), αποτελείται από Atotonilco de Tula ( Ατοτονίλκο ), Atitalaquia ( Ατιταλακούια ), Tlaxcoapan ( Τλαξκοαπάν ) δήμους όπου ήταν το σπίτι για 188.659 κατοίκους κατά την απογραφή του 2010.

Tula de Allende agalmata

Tula de Allende agalmata 1

 Το όνομα προέρχεται από τη φράση Nahuatl Tollan-Xicocotitlan ( Ναχουάτλ Τολλάν Χικοκοτίτλαν ), το οποίο σημαίνει << ότι ζω κοντά στο σημείο όπου μεγαλώνουν τα  cattails ( Κάτταηλς).

 Tula de Allende

 Οι πρώτοι καλά καθορισμένη οικισμοί στην περιοχή Τούλα εμφανίζονται γύρω στο 400 π.Χ. Στην Τούλα ήταν πιθανό να διευθετηθεί από ανθρώπους διαφόρων εθνοτικών προελεύσεων που μπορεί να έχουν συμπεριληφθεί οι Nonoalcas ( Νονοάλκας ) και οι  Chichimecas ( Τσιτσιμέκας ) από τη βόρεια και νότια περιοχή αντίστοιχα. Η περιοχή πιθανότατα ήταν υπό τον πολιτικό έλεγχο του Teotihuacan ( Τεοτιχουάκαν ) στην  Epiclassic ( Επικλάσσσικ ) χρονολογία. Η χρήση του ασβέστη της περιοχής ήταν πιθανώς μια σημαντική πηγή για το σοβά που χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή.  Ο πληθυσμός της πόλης ήταν κάπου μεταξύ 19.000 και 27.000 ατόμων στο αποκορύφωμά της.   Η πόλη αυξήθηκε στο προσκήνιο μετά την πτώση του Teotihuacan και έφτασε στην ακμή του μεταξύ 900 και 1150 π.Χ.

 Εκείνη την εποχή, Τούλα ήταν μια εύφορη περιοχή με ορυχεία οψιανού με  έναν σημαντικό εμπορικό δρόμο. Οικονομική βάση της ήταν η γεωργία και η εξόρυξη και η διαμόρφωση του οψιανού.   Οι εμπορικές επαφές φάσματος υποδεικνύεται από την εμφάνιση της κεραμικής από την ανατολική Κεντρική Αμερική, με το γκρι-πράσινο μολυβδικό από τη νότια Γουατεμάλα και τα πολύχρωμα κεραμικά από την Κόστα Ρίκα .

Είναι πιθανόν ότι είχαν μια μορφή συστήματος ιερογλυφικής ​​γραφής, αλλά δεν υπάρχει απόδειξη, εκτός από μια περιστασιακή γλυπτών ( Σμιλεμένα σε βράχους ) σε μια δομή.

Η πόλη Τούλα είχε κατασκευαστεί από τους αινιγματικούς Τολτέκους μετά από εθνογραφικές μελέτες και αρχαιολογικές εργασίες από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του 1970 λένε όλοι οι αρχαιολόγοι που πήραν μέρος στις έρευνες. Ωστόσο, η Τούλα δεν είναι πλήρως κατανοητή, ιδίως στη δυναστεία  με τον προκάτοχό του Τεοτιχουακάν και λίγα ως ελάχιστα έχουν δημοσιευθεί . Φανταστείτε ότι δεν υπάρχει λεπτομερής αρχαιολογικός χάρτης της πόλης!!!!

Πολλές είναι οι παρανοήσεις σχετικά με την πόλη που δε περιλαμβάνει σύστημα δρόμων, ήταν σχετικά φτωχή, δεν είχε περιφραγμένο συγκροτήματα κατοικιών και είχε μόνο μικρές συστάδες αναχώματος.  Μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα έχουν αποκαλυφθεί ακριβώς έξω από το τελετουργικό κέντρο. Η ελίτ είχε επίσης πρόσβαση σε πολλά από τις πόλεις στην Κεντρική Αμερική μέσο αέρος!!!! Δηλαδή είχαν πτητικές μηχανές όπου κανείς αρχαιολόγος δεν τολμά να το αναφέρει εκτός των ερευνητών!!!! Το πιο παράξενο είναι ότι δεν  υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες και τα αρχαιολογικά ευρήματα στην πόλη αυτή είναι πενιχρά ως και πολύ παράξενα στο να δοθεί μια εξήγηση…..

Tula de Allende 1

 Όπως αυτό που έχει ανακαλύψει ο πολιτικός μηχανικός και αρχαιολόγος Τζεράρντο Λεβέτ!!!! Ο Τζεράρντο πιστεύει ότι ο άνθρωπος που απεικονίζεται στην φωτογραφία φοράει στολή αστροναύτη!!!! Αυτή η παράσταση είναι μια από τις πολλές που υπάρχουν σκαλισμένες σε βράχους γύρω στην πόλη ή ακόμα και στα τείχη του ναού!!!! Δεν υπάρχει η φωτογραφία του διότι ο Τζεράρντο την έχει αντιγράψει από έναν συλλέκτη που έχει στην κατοχή του τον συγκεκριμένο βράχο!!!!

Tula de Allende  alien Παρατηρήστε την εικόνα καλά!!!!

 Μεγάλο μέρος της ιστορίας Τολτέκων χάθηκε όταν ο Izcoatl έκαψε τα βιβλία της ιστορίας μετά από την ίδρυση της αυτοκρατορίας των Αζτέκων. Ο ναός είναι κατασκευασμένος στα πρότυπα των πυραμίδων στον έναν έχει κάποια επιβλητικά μεγάλα αγάλματα τα οποία στο στήθος τους έχουν το σύμβολο των << Ε >> δημιουργώντας μέγιστο θαυμασμό σε όσους πιστεύουν στην ομάδα αυτή!!!!

Tula de Allende 2

Tula de Allende 3

Tula de Allende 4

 Παρ’ όλα αυτά η Τούλα είναι μια από τις πιο αινιγματικές πόλης των αρχαίων πολιτισμών σε όλη την Βόρεια και Νότια Αμερική!!!! Οι αρχαιολόγοι ότι έχουν ανακοινώσει το έχουν κάνει μέσο εικασίας αλλά και από υπό πληροφορίες των μετέπειτα λαών από αυτούς. Είναι ενας γρίφος μεγάλος για τους τότε αλλά και τους σημερινούς αρχαιολόγους για το τι ήταν αυτή η πόλη. Πολλοί ερευνητές λένε ότι ήταν ένα είδος βάσης εξωγήινων από των Σύριο λόγο των πολλών αστρολογικών στοιχείων που  έχουν βρεθεί στην περιοχή!!!! Αν και τα ποιο πολλά από αυτά ( σε βράχους ) έχουν πουληθεί σε ιδιώτες συλλέκτες.

Εγώ με τα μάτια μου έχω δει σε δυο συλλέκτες κάποια ευρήματα της πόλης. Βέβαια το τι θα σας πω αν θέλετε το πιστεύετε διότι δεν με άφησαν να τραβήξω κάποιες φωτογραφίες από την συλλογή τους. Ο ενας βρίσκεται στην Χιλή όπου και είναι Ιάπωνας επιχειρηματίας, στην συλλογή του έχει ένα βράχο διαστάσεων 1,5m και πάχος 70 cm . Στο βράχο αυτόν όπου δείχνει να είναι τετραγωνισμένος υπάρχει σμιλεμένος ενας άνδρας Τολτέκος όπου δείχνει καθαρά να πιλοτάρει ένα δισκοειδές όχημα!!!! Το άλλο τεχνούργημα που είχε ήταν ένα χρυσό στρόγγυλο ταψί διαστάσεων 55 cm και είχε χαραχθεί η εξής εικόνα: δείχνει τον ναό με τα επιβλητικά αγάλματα από την εσωτερική πλευρά του ταψιού να υπάρχει ενας περίτεχνος ιπτάμενος δίσκος με φλόγες να βγαίνουν από το κάτω μέρος του δίσκου!!!! Από την πίσω πλευρά δείχνει τον ίδιο δίσκο να έχει ακουμπήσει πάνω στα αγάλματα τα οποία δεν είναι στην θέση που βρίσκονται τώρα αλλά με τα χέρια των αγαλμάτων να ακουμπούν το κάτω μέρος του ιπτάμενου δίσκου!!!! Δηλαδή σαν να έχουν προτείνει τα χέρια τους για να προσγειωθεί ο ιπτάμενος δίσκος επάνω τους ( !!;!! ).

Ο άλλος συλλέκτης είναι Γάλλος και κορυφαίος οινοποιός. Αυτός έχει πολλά τεχνουργήματα από την πόλη Τούλα ένα ήταν το ποιο παράξενο από όλα που έχει. Ήταν ένα τριγωνικός βράχος ύψους 2 m και πλάτος 1,80 η πρόσοψη του, το πάχος του βράχου είναι 40 cm. Έχουν σμιλεύσει επάνω στην πρόσοψη ένα υβρίδιο ανθρώπου περίπου σαν τους γνωστούς γκρίζους όπου στο ένα χέρι του βαστά ένα είδος ραβδιού και στο άλλο χέρι δείχνει να βαστά ένα είδος κογχυλιού ( !!;!! ) στην μέση του όμως έχει κάτι σαν αλυσίδες όπου καταλήγουν ποιο πίσω όπου τον κρατούν δυο άνδρες με διαστημικά κράνη και στολές όπως η φωτογραφία ποιο πάνω του Τζεράρντο!!!! Και πίσω από αυτούς ο ναός με τα αγάλματα της Τούλα!!!! Δείχνει ξεκάθαρα ότι αυτό που μοιάζει σαν γκρίζος να είναι αιχμάλωτος των ανδρών με τις διαστημικές στολές!!!! Αριστερά και δεξιά από τις τρεις αυτές φιγούρες υπάρχουν στρατιώτες Τολτέκοι με τις παραδοσιακές στολές τους αλλά και τα όπλα τους όπως η φωτογραφία ακριβώς από κάτω!!!!

Tula de Allende vraxografia

Είναι προφανές ότι πολλά ευρήματα που δείχνουν με στοιχεία ότι η πόλη αυτή δεν ήταν μια τυχαία πόλη μα ένα είδος βάσης εξωγήινων να έχουν χαθεί επίτηδες κάποια σε συλλέκτες και κάποια άλλα από κάποιες χώρες προς έρευνα από κάποιες εταιρείες!!!! Δυστυχώς μέχρι και σήμερα δεν υπάρχουν περαιτέρω στοιχεία το τι ήταν ή ποιοι ήταν οι ελίτ των Τολτέκων στην συγκεκριμένη πόλη!!!!

Οι αρχαιολόγοι δίνουν την δική τους ερμηνεία από μετέπειτα λαούς που συνεχίσανε την ζωή τους στην περιοχή. Η αλήθεια όμως δείχνει ότι τίποτα δεν ταιριάζει με αυτά τα οποία λένε για αυτήν την αινιγματική πόλη!!!! Και αν κάποιοι αρχαιολόγοι έχουν δει και βρει κάτι το παράξενο για εξωγήινους λαούς είμαι σίγουρος ότι τους κρατούν το στόμα κλειστό…. Έτσι λοιπόν δεν είναι τυχαίο ότι όσοι αρχαιολόγοι έχουν ασχοληθεί μετέπειτα με την πόλη έχουν πέσει σε ένα μεγάλο μυστήριο για αυτήν που δεν μπορούν να σώσουν σαφείς εξηγήσεις τι ήταν το μέρος αυτό και το τι έκαναν εκεί!!!! Εκτός από τα παράξενα και αινιγματικά αγάλματα τα οποία είναι πάνω στον ναό υπάρχουν και οι σμιλεμένες αινιγματικές φιγούρες επάνω στους τοίχους αλλά και σε βράχους της γύρω περιοχής, με παράξενα και άγνωστα ζώα!!!! Κάποια τα οποία μάχονται μαζί τους οι Τολτέκοι ( όπως αυτή η φωτογραφία ακριβώς επάνω ) και κάποια τα οποία είναι μόνα τους!!!! Το περίεργο είναι ότι σε κανένα από αυτά δεν δείχνει μάχες με άλλους λαούς….!!!!

Όπως και να έχει είναι πράγματι μια παράξενη αρχαία πόλη μα δεν είναι η μόνη στην Νότια και Κεντρική Αμερική!!!! Στο επόμενο άρθρο μου θα σας περιγράψω μια πόλη που θα μείνετε με το στόμα ανοιχτό!!!! Το γιατί!;! Σας το φυλάω για έκπληξη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι πολύ λίγοι γνωρίζουν την ύπαρξη της!!!! Μέχρι την επόμενη φορά να είστε όλοι καλά και να θυμάστε.

Αν δεν πιστεύεις σε κάτι, δεν πάει να πει αυτό το κάτι ότι δεν υπάρχει!!!!

INVISIBLE LYCANS TEAM!!!


10 σκέψεις στο “Η ΠΟΛΗ ΤΟΥΛΑ ΤΩΝ ΤΟΛΤΕΚΩΝ!!! ΣΤΟ ΜΕΞΙΚΟ ΤΗΝ ΕΦΤΙΑΞΑΝ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ!;!

    1. Φιλοφρων!!!!

      ΘΑ ΣΟΥ ΠΩ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΖΩ,,,,,:

      Προϊστορία – Αρχαιότητα Πριν από αρκετές χιλιάδες χρόνια το λεκανοπέδιο της Αλμωπίας κατακαλύπτονταν από νερά σε ύψος 450-500 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας. Σε απροσδιόριστο χρόνο τα νερά βρήκαν διέξοδο από τα στενά του Καράντερε και σχηματίζοντας τον Άνω Λουδία αποκάλυψαν σιγά-σιγά το λεκανοπέδιο, στο οποίο άρχισε να εμφανίζεται ανθρώπινη δραστηριότητα πριν από 7.000 περίπου χρόνια.

      Όπως ήταν φυσικό, η ανθρώπινη δραστηριότητα προηγήθηκε στην Άνω Αλμωπία και στα υψώματα και βαθμιαία επεκτάθηκε στον κάμπο, όσο υποχωρούσαν τα νερά και απελευθερωνόταν γη. Ήδη από τα χρόνια της Νεολιθικής εποχής η πεδιάδα διαμορφώθηκε σχετικά, αφού διαπιστώνονται οικισμοί στις παρυφές της και σε χαμηλούς λόφους.
      To φυσικό περιβάλλον της προϊστορικής Αλμωπίας, που ασφαλώς ήταν ριζικά διαφορετικό από το σημερινό,
      με την εναλλαγή ελών, λιβαδιών, μικρών λιμνών, λόφων και ποταμών πρέπει να ήταν ιδιαίτερα ελκυστικό για τους προϊστορικούς ανθρώπους, ειδικά για εκείνους της Νεολιθικής περιόδου, γιατί τους πρόσφερε πλούσιες δυνατότητες για καλλιέργεια δημητριακών και οσπρίων, εκτροφή ζώων, ψάρεμα στα ποτάμια και τους υδροβιότοπους και κυνήγι στα ψηλά και δασοσκεπή βουνά της άγριων ζώων που πολλά σήμερα δεν υπάρχουν πια
      Οι πρώτοι ιστορικά μαρτυρούμενοι κάτοικοι της Αλμωπίας που έδωσαν και το όνομά τους στην περιοχή ήταν οι Άλμωπες. Η αρχαιότερη αναφορά σ’ αυτούς γίνεται από το Θουκυδίδη, ο οποίος γράφει ότι οι Μακεδόνες έδιωξαν τους Άλμωπες από την Αλμωπία («…ανέστησαν δε και εκ της νυν Εορδίας καλουμένης Εορδούς…
      και εξ Αλμωπίας Άλμωπας») . Αυτό υπολογίζεται ότι έγινε μεταξύ 700-650 π.Χ. Ο Στέφανος Βυζάντιος (6ος αι. μ.Χ. ) διέσωσε το γενεαλογικό μύθο των Αλμώπων: «Αλμωπία χώρα Μακεδονίας, η ώκουν Άλμωπες. Εκλήθη δε από Άλμωπος γίγαντος. Το εθνικόν Άλμωψ και Αλμώπιος και Αλμωπία, από Άλμωπος του Ποσειδώνος και Έλλης του Αθάμαντος». Ετυμολογικά η λέξη Άλμωψ είναι σύνθετη από τις λέξεις άλμα και ώψ και σημαίνει τον αναπτυγμένο στην όψη, τον φαρδοπρόσωπο.
      Από τα μέσα του 7ου π.Χ. αι. η Αλμωπία προσαρτήθηκε στο Μακεδονικό Βασίλειο. Στα χρόνια της ακμής του ήταν μία από τις 17 επαρχίες του. Καταλάμβανε την περιοχή που κατέχει και σήμερα στο βόρειο τμήμα του νομού Πέλλας μαζί με τη Νέα Ζωή. Τα μεταλλεύματα και τα δάση της, ο γεωργικός και κτηνοτροφικός της πλούτος, το άφθονο κυνήγι και το ανθρώπινο δυναμικό της την καθιστούσαν μια από τις πιο νευραλγικές περιοχές του Μακεδονικού Κράτους, όπως φαίνεται από την ιδιαίτερη φροντίδα που κατέβαλε για την οχύρωσή της με 13! ακροπόλεις, που επικοινωνούν οπτικά με αυτήν της Αψάλου κι αυτής με την Πέλλα.

      ΣΥΝΕΧΙΖΩ…:

      ε το όνομα Αλμωπία ονομαζόταν στην αρχαιότητα, το ίδιο κομμάτι του Νομού Πέλλας, που σήμερα έχει ίδιο όνομα και φτάνει ως τα βουνά του χωριού Νότια ή Νώτια, ή, Μογλενών.

      Κάτι που χαρακτηρίζει την Αλμωπία πάρα πολύ, είναι η υγρασία της και η ομίχλη, που στην εποχή της κρατάει ως και της 11 η ώρα το πρωί κι είναι τόσο πυκνή που δεν είναι σχήμα λόγου αν πούμε πως «δέ βλέπεις τη μύτη σου». Η ορατότητα φτάνει τα δύο—τρία μέτρα.

      Τα ονόματα Άλμωπες και Αλμωπία χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά από το Θουκυδίδη κι αναφέρονται στην προ του 7ου π.Χ. εποχή (Βιβλ. Β’. 99).

      Ο λεξικογράφος του 6ου αιώνα μ. Χ. Στέφανος Βυζάντιος, στη λέξη Αλμωπία, σημειώνει πως είναι χώρα της Μακεδονίας και πήρε τ’ όνομα της απ’ τον ημίθεο Άλμωπα, γιο του Ποσειδώνα και της ‘Ελλης, κόρης του Αθάμαντα.

      Οι Άλμωττες ήταν γίγαντες και λάβανε μέρος στη γιγαντομαχία. Παρότι οι ιστορίες όλων σχεδόν των λαών αναφέρουν την ύπαρξη γιγάντων, δεν έχει διαπιστώσει κάτι τέτοιο η επιστήμη.
      Και η Αγία Γραφή αναφέρει το Βασιλιά Ογκ, που ήταν αρχηγός φυλής γιγάντων και κοιμόταν σε κρεβάτι μήκους εννέα μέτρων και πλάτος τεσσάρων.

      Ο Πλίνιος λέει πως μετά από έναν σεισμό παρουσιάστηκαν κόκκαλα ενός ανθρώπου που θα έπρεπε να υπερβαίνει τα 15 μέτρα.

      Στα μέρη μας—Φλώρινα και περιοχή μας— λένε πως τα παλιά νεκροταφεία κρύβουν κόκκαλα πανύψηλων ανθρώπων ( = Πολυπόταμος), ή, πως οι παλιοί ήταν τόσο ψηλοί ώστε λέγανε:
      «θεέ μου να μην πέσω, γιατί, πώς Θα σηκωθώ;» ( = Κέλλη).

      Για τους γίγαντες Άλμωπες δεν ξέρουμε πολλά. Φαίνεται πως τις τραγικές στιγμές που απειλούνταν το Κράτος του Δία, οι γίγαντες κατακρημνίστηκαν απ’ τις κορφές του Ολύμπου και βρήκαν καταφύγιο στη σημερινή περιοχή. Αρχηγός τους ήταν ο ‘Αλμωψ, με θεοειδή μορφή γίγαντας, σύμβολο ρώμης και ηρωισμού.

      Η λέξη ‘Αλμωψ είναι αρχαία ελληνική και σύνθετη και παράγεται από τις λέξεις άλμα ( = ύψος) και ωψ ( — όψη, πρόσωπο), γιατί ο γίγαντας ‘Αλμωπας ‘είχε ανεπτυγμένο πρόσωπο κι επιβλητική όψη.

      Η ετυμολολογία τούτη ενισχύεται και από παρόμοιες άλλες λέξεις της ελληνικής γλώσσας όπως Κύκλωψ (=κύκλος+ωψ δηλ. στρογγυλοπρόσωπος) μύωψ (=μύω+ωψ) ύδρωψ, πρεσβύωψ κλπ.

      Άλλη μαρτυρία για την Αλμωπία είναι του ποιητή Λυκόφρονα απ’ τη Χαλκίδα το 300 π. χ.

      Για την Αλμωπία μας μιλάει κι ο Κλαύδιος Πτολεμαίος στο έργο του «Γεωγραφική υφήγηση».
      Στα Βυζαντινά χρόνια αναφέρεται απ’ τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο (912—959 μ.Χ.) στο έργο του «περί θεμάτων» ως πόλη η Αλμωπία, από λάθος του συγγραφέα.
      Από την περίφημη ‘Αννα Κομνηνή, η περιοχή Αλμωπίας, ονομάζεται Μόγλενα, με έδρα Επισκοπής (Αλεξιάδα V,5).

      Και ο άγγλος περιηγητής WILLIAM LEAKE την αποκαλεί Μογλενά, και σ’ άλλο σημείο του έργου του Καρατζόβα (δηλ. μαύρος κάμπος ή πεδιάδα).
      KARACA ( = Καρατζά) = τούρκικο επίθετο = μελαχροινός, μαύρος OVA ( = οβα) =τούρκικο όνομα = πεδιάδα, κάμπος, οπότε, καρατζόβα σημαίνει μαυρόκαμπος.

      Καρατζόβα την ονόμαζαν οι τούρκοι, ίσως κατά μία παράδοση, απ’τον τούρκο καταχτητή της, που λεγόταν Καρατζάς δηλ. ο κάμπος του Καρατζά.
      Για τον μεγάλο και πολιποίκιλο πλούτο της, οι τούρκοι τον ονόμαζαν και KUCUK MISIR ( = Κιουτσιούκ— το τσ παχύ’—M’ltaip) δηλ. μικρή Αίγυπτο.
      KUCUK = (Κιουτσιούκ— το τσ παχύ) = περσικό επίθετο = μικρός.
      Μ IS IR = (μισιρ, τα ι δεν προφέρονται και τονίζεται η λήγουσα) = αραβικό όνομα = Αίγυπτος.

      Απ’ τους Βυζαντινούς κι έπειτα ονομάζεται και Μόγλενα ή Μογλενά απ’ το μούχλα, μούγλα = Μογλενά, ή, απ’ την ομίχλη, μίχλη, μίγκλη, μούγκλα, μούχλα που σημαίνουν τόπο υγρό ή νέφωσης, όπως και πράγματι είναι η περιφέρεια, υγρή με περίσσια ομίχλη, και πολλά νερά επιφανειακά και υπόγεια.

      Ο δκός μας απ’ το Πισοδέρι—Φλώρινας, Σωκράτης Λιάκος, στο βιβλίο του
      «Η Ιλλυρική καταγωγή των αρχαίων Μακεδόνων»
      σελ. 56 γράφει: MIGN (μιγκν) = βάλτος, στα λατινο κέλτικα. Και στο βιβλίο του «Τι πράγματι ήσαν οι Σκλαβίνοι της Θεσ) νίκης» σελ. 43 γράφει: αρβανίτικα η ομίχλη λέγειται MIEGUL (=μιεγκούλ) και ουαλλέζικα ο συννεφιασμένος MUGLU (μούγκλου), ενώ το Καρατζόβα προήλθε απ’ το Καραγάτς — οβα δηλ. πτελεόκαμπος, γιατί Καραγάτς = τουρκικό όνομα = πτελέα (γαλλικά ORME = πτελέα = χωριό ‘Ορμά Αλμωπίας) και αρβανίτικα MELENIA, MELENIEA, ίσως αρχικά MEGLΕΝ ΙΑ.

      Η ιστορία όμως λέει πως στην Αλμωπία, στα προϊστορικά χρόν:α κατοικούσε ο λαός Άλμωπες, που κατάκτησε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αμύντας Α’ (540 — 498 π. Χ.).
      ‘Ετσι από τώρα και πέρα στην ιστορική της πορεία η Αλμωπία τράβηξε ό,τι ολόκληρος ο Ελληνισμός, και εοδικά ο βόρειος.
      Αρχαία, Βυζαντινά, Τουρκοκρατία, νεότερα χρόν,α, όλα ίδια.
      Μόνον που εδώ έχουμε κάτι που ξεχωρίζει, και τούτο είναι ο εξισλαμισμός του Μητροπολίτη Μογλενών ή Δεσπότη ή Επίσκοπου.

      ΚΑΤΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ Ως ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΡΑΞΕΝΟ….:

      Η Αλμωπία χωρίζεται στον πεδινό και ορεινό χώρο της.
      Στον ορεινό υπάρχουν τα «Επάνω χωριά» που είναι πέντε:
      Αετοχώρι,
      Νότια,
      Περίκλεια,
      Λαγκαδιά κι ο
      Αρχάγγελος.

      Όλα είναι χτισμένα στην βόρεια και δυτική πλευρά ενός πλούσιου ‘μεγάλου οροπεδίου, στη συμβολή του όρους Πάϊκo (1650) και όρος Τζένα (2182).
      Την ομορφιά και την έκταση του οροπεδίου τούτου την αντιλαμβάνεται κανείς όταν καθώς ανηφορίζεις απ’ την Περίκλεια για τον Αρχάγγελο, ρίξεις μια ματιά κάτω προς τα Νότια και Δυτικά.
      Ένα μεγάλο, καταπράσινο και γνήσιο οροπέδιο, ανοίγεται μπροστά σου, και ξεχνάς πως είσαι ανάμεσα σε βουνά, καθώς ακούς το βοητό του ποτάμιου που διασχίζει τούτο το χάρμα ομορφιάς και πλούτου, που δίκαια ονομάζεται «Μικρή Αλμωπία».

      Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, η Νότια, ήταν έδρα επισκοπής που η πολύπλευρη δραστηριότητα της μαρτυρείται σήμερα στις παλιές εκκλησίες όλων των «επάνω χωριών», πλην της Νότιας, που η παλιά της Εκκλησία δε σώζεται σήμερα.

      Στις εκκλησίες τούτες μας συγκινεί η απλοϊκή έκφραση στην εξιστόρηση των θρησκευτικών γεγονότων, που ‘μεταχειρίζεται η λαϊκή τέχνη των ανθρώπων, όταν αγωνίζονται (μέσα σε ‘δύσκολους χρόνους για να σώσουν τις παραδόσεις τους, τη θρησκεία τους, τη γλώσσα τους και τον ενθουσιασμό τους.

      Και συγκινούμαστε πιο πολύ οι Φλωρινιώτες, όταν συναντούμε επιγραφές σαν αυτή του κοιμητηρίου του χωριού Λαγκαδιά: «Ούτος ο Ιερός Ναός των Αγίων Αναργύρων εκτίσθη κατά το έτος 1863, υπό της Κοινότητος Λαγγούντσης ( = Λαγκαδιά) και επί αρχιερατεύοντος του Αγίου Μογλενών και Φλωρίνης κ. κ. Προκοπίου. Τέτοιες επιγραφές υπάρχουν και σ’ άλλες εκκλησίες της περιοχής Μογλενών κι όχι μόνο στα «επάνω χωριά», απ’ τα οποία τα δύο πρώτα, Αετοχώρι και Νότια, αποτελούν μ:α κοινότητα και μας ενδιαφέρουν.

      ΑΕΤΟΧΩΡΙ

      Στο χωριό τούτο εγκαταστάθηκε ο αδελφός του Δεσπότη Μογλενών που τούρκεψε κι ονομαζόταν Δημήτριος, δηλ. Τούσης. Γι αυτό και το χωριό με την παλιά ονομασία του λέγεται Τούσιμ ή Τούσιανη.
      Έγινε το χωριό, εδώ που είναι σήμερα, γιατί έχει νερά, είναι πιο κοντά ο κάμπος και το χτυπάει ο αέρας ( = βοριάς) λιγότερο.

      Ονομάστηκε Αετοχώρι, γιατί δεξιά του δημόσιου δρόμου που πάει για Νότια, μέσα στον κάμπο, σώζονται ερείπια από παλιότερο χωριό που λεγόταν Αετός.

      Οι χωρικοί λένε πως οι παππούδες τους ζούσαν πρώτα στη Θέση Όρλακ που είχε πολύ αέρα και λίγο νερό. Η ονομασία πρέπει να προέρχεται:
      1) ORAK ( = όρακ) = τουρκικό όνομα=δρεπάνι
      2) ORAKCI ( = ορακτσί=τονίζεται η λήγουσα ιμε άφωνο το ι) = τουρ. όνομα = θεριστής, δηλ. το μέρος που Θερίζεται απ’ τον αέρα ή σαν δρεπάνι.
      Μετά το Όρλακ ζούσαν στη θέση Πίνοβο, που είναι όρος (ύψ. 2156), όπου σώζονται και σήμερα ακόμα, ερείπια κι άλλες ‘εγκαταστάσεις, όπου όμως δεν είχε ούτε κάμπο, ούτε νερό. Η ονομασία πρέπει να προέρχεται:
      1) ΡΙΝΤΙ ( = πιντί) =τουρ. επίθ. = γλίσχρος, άθλιος, ποταπός.
      2) OVA ή OVΟ ( = οβά ή όβο) =τουρκικό όνομα = πεδιάδα, κάμ
      πος δηλ. η ποταπή, γλίσχρη, άθλια πεδιάδα. Φυσικά πεδιάδα δεν είχε το Πίνοβο, τέτοιο όμως λογίζεται το μέρος που ήταν χτισμένο, γιατί ήταν ένα ίσιωμα (πλάτωμα).
      Άλλοι λένε πως οι κάτοικοι του Πίνοβο, φύγανε προς την Αραβυσό Γιαννιτσών.

      Στο Αετοχώρι επειδή παλιά πέθαιναν οι νέοι, κατ’ άλλους οι νιόπαντροι, γι αυτό όργωσαν το χωριό γύρω — γύρω με δίδυμα δαμάλια και αλέτρι, κατ’ άλλους το αλέτρι ήταν χρυσό, που τα οδηγούσε δίδυμος αδελφός, και, όπου σταματούσαν για ξεκούραση τα δαμάλια, χτίσαν τα παρεκκλήσια: ‘Αγιος Συμεών, ‘Αη Θανάσης, Αγία Κυριακή, Παναγίας, Αγίας Παρασκευής.

      Σαν τέλειωσε η δουλειά, σφάξανε τα δαμάλ.α, και τα βάλανε στα μνήματα της Εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου, που βρίσκεται αριστερά καθώς μπαίνεις στο χωριό, — πολύ μεγάλη Εκκλησία, βασιλικού ρυθμού — και βάλανε πάνω τους μια στρόγγυλη πέτρα, σα μυλόπετρα, όρθια.

      Αν τπέσει ή γύρει η πέτρα, τότε, θα ξανάρθει το κακά. Γιαυτό την προσέχουν και την ξανατοποθετούν στη θέση της, όρθια, γιατί αλλιώς 6α πεθάνουν οι γυναίκες.
      Το καμπαναριό τ’ ‘Αη Δημήτρη το χτίσανε με ύψος 15 μέτρα.
      Δεν τους άφισαν οι τούρκοι να το χτίσουν ψηλότερο, γιατί απ’ το ύψος του θάβλεπαν τις γυναίκες του μπέη της Αψάλου,
      χωριό πάνω από 50 χιλ. μακριά, στη μέση του κάμπου της Αλιμωπίας, στα ριζά του βουνού προς ‘Εδεσσα.
      Γι αυτό το συμπλήρωσαν με ξύλα και κρέμασαν την καμπάνα.
      Έτσι απ΄ τα πέντε πατώματα του καμπαναριού, τα τέσσερα είναι με πέτρα και το ένα, το πέμπτο, με ξύλα.
      Το 1945 το Αετοχώρι είχε 1100 κατοίκους και σήμερα φτάνει τους 190, κι ήταν πάντα πλούσιο, πιο πολύ για την κτηνοτροφία του.

      Στην Εκκλησία τ’ Αη Δημήτρη υπάρχει ανορθόγραφη επιγραφή, που γράφει:
      «Αυτή η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου ειστορήθη εις τον κερόν του Ιερατέβωντος Πανιερώτατος μητροπολίτις κυρίω κυρίω Προκοπίου Μογλενών (ακολουθούν ονόματα ιερέων και χωρικών) δια χειρός Αναστασίου με τα παιδιά μου Βαγγέλη, Νικολάου, Κωνσταντίνη εκ χωρίου Κρούσεβα 1866». Κρούσεβα είναι το γνωστό μας Κρούσσβο — Μοναστηρίου.
      Οι ίδιοι ζωγράφισαν σχεδόν όλες τις εκκλησίες των «επάνω χωριών» της Αλμωπίας.
      Στην εκκλησία του χωριού έρχονταν και συνεόρταζαν, μαζί με τους ντόπιους και οι εξισλαμισμένοι βλαχόφωνοι κάτοικοι της Νότιας, οι Νοτίαλήδες όπως τους έλεγαν, κι έφερναν λάδια και κεριά για τον Άγιο ( = Δημήτριο).

      Και παρότι οι Αετοχωρίτες είναι ντόπιοι οι βλαχόφωνοι μωαμεθανοί της Νότιας είχαν στενούς δασμούς μαζί τους, ως την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923.

      Μάλιστα οι εξισλαμισμένοι Νοτιαλήδες διατήρησαν τα χριστιανικά τους έθιμα και οι γυναίκες τους μετά το ζύμωμα του ψωμιού και πριν το σκεπάσουν, για να πετύχει και φουσκώσει το σταύρωναν.

      Τον Αύγουστο του 1978, οι Αετοχωρίτες μούπαν πως πρώτα τούρκεψε ο Δεσπότης και μετά το χωριό ( = Νότια).
      Αυτό το κατάλαβαν, λέει, αππ’ το χαιρετισμό του Δεσπότη.
      Δεν τους είπε καλημέρα, αλλά SABANAROSUN = σαμπανάροσουν. Το σωστό είναι SAEAHLAR ΟLSUN δηλ. σαμπαχλάρ ολοούν, γιατί
      1) SABAH = σαμπάχ = αραβικό όνομα = πρωΐ, αυγή.
      2) OLSUN = ολοούν = τουρκική προστακτική του ρήματος OLMAK = έστω, τουλάχιστον ώστε σαμπαχλάρ ολοούν σημαίνει καλημέρα.

      ΝΟΤΙΑ Η’ ΝΩΤΙΑ

      Η Νότια είναι το χωριό του Δεσπότη ή Επίσκοπου ή Μητροπολίτη Μογλενών. Απέχει πέντε χιλμ. απ’ το Αετοχώρι. Η θέση του είναι ‘επίκαιρη, κι είναι χτισμένη στους πρόποδες του όρους Τζένα, σε υψόμετρο 595 μέτρα.

      Αρχαιολογικά ευρήματα μας πείθουν ότι είχε κατοικηθεί απ’ τα αρχαία χρόνια.

      Έχουν βρεθεί αγάλματα, νομίσματα με τη μορφή του Μεγ. Αλέξανδρου κλπ, στο χωριό.
      Ο Ιερός Ναός Μητρόπολης Ενωτίας ή Νώτιας ή Νότιας, αφιερωμένος στον Αη Γιώργη, δε σώζεται. Τον κάψανε οι τούρκοι.

      Με την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923, η Νότια κατοικήθηκε από Πόντιους, που ασχολούνται με την καλλιέργεια της πατάτας, γενικά τη γεωργία και κτηνοτροφία.
      Το χωριό έχει φυσικές καλλονές, άφθονα νερά, ωραίο κλίμα.
      Χαρακτηριστικό είναι η διατήρηση του αρχαίου ονόματος της, σ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, με αποτέλεσμα, μετά την απελευθέρωση όλη η Επαρχία να ονομαστεί Υποδιοίκηση Ενωτίας ως το 1927, οπότε ονομάστηκε Επαρχία Αλμωπίας.
      Πάνω απ’ το χωριό, σ’ ένα απόκρημνο ύψωμα, όπου σώζεται ερειπωμένη οχυρωματική γραμμή, οι κάτοικοι το ονομάζουν «Ενώτια» και πιστεύουν ότι είναι το φρούριο που κυρίευσε ο Βουλγαροκτόνος μετά την άλωαη των Μογλενών, είναι δηλ. το κάστρο των ΜογλεΜών.

      Τη σχετική είδηση μας άφησε ο ιστορικός του Που αιώνα Κεδρηνός. Ο ιστορικός κι αυτοκράτορας Ιωάννης Καντακουζινός, γράφει, πως μετά την ανάκτηση της Έδεσσας απ’ τον Κράλη των Σέρβων Ντουσάν το 1310 μ. Χ παραδόθηκαν και τα γύρω φρούρια καθώς και τα «Νότια».

      Στην περίοδο της τουρκοκρατίας το χωριό, το περιηγήθηκαν και ξένοι. Ο περιηγητής DELACOULONCHE, ταυτίζει τα βυζαντινά Νότια, με το σημερινό χωριό, ενώ ο DESDEVISES, διαπιστώνει αρχαία ερείπια.
      Ο Κεραμόπουλος, στην Π. Α. Ε. 1934, γράφει για τ’ αρχαία του χωριού, κι ο Παπαδάκης μας λέει, πως, τα δυο τζαμιά του χωριού, της Αγίας Αικατερίνης και το λεγόμενο «Μοναστήρι» έχουν αρχαία μαρμάρινα αρχιτεκτονικά κομμάτια κλπ.

      Η διατήρηση των χριστιανικών ονομάτων, οτα τούρκικα τζαμιά, είναι περίπτωση εντυπωσιακή κι απηχεί την παράδοση του εξισλαμισμού των χριστιανών τηβ Νότιας του 18 αιώνα μ. Χ.
      Τον τοπικό βόρειο αέρα, τον λένε πόρτες, γιατί έρχεται από ανατολικά όπου ενώνονται η Τζένα με το Πίνοβο, και μπροστά τους έχουν βράχο, σαν πόρτα.

      Το χωριό χωρίζεται σε δυο μαχαλάδες (MAHALLE = μαχαλέ = αραβικό όνομα — συνοικία) με ποτάμι που διασχίζει το κέντρο του σχεδόν από βόρεια προς νότια. Το ΒΑ τμήμα λέγεται Μαναστήρ μαχαλά και ο άλλος Παϊγούς (==το ς παχύ) (BAYKUS = μπαι’κούς (το ς παχύ) = τουρκικό όνομα = μπούφος, γλαύκα.

      Κατά το 1934 — 35 ο κτίστης Καλαϊτζίοης Παντελής, βρήκε μαρμάρινη πλάκα και την έκτισε στο θεμέλιο του σπιτιού του, και, κάθε βράδυ άκουγε κρότους, όμοιους πάντοτε. Γκρέμισε το σπίτι, κι έχτισε νέο. Σταμάτησαν οι κρότοι. Μετά βρήκε στο στύλο του παλιού σπιτιού, ως βάση του στύλου, μαρμάρινη πλάκα με εικόνα μάλλον της Παναγίας, στην οποία έκανε παρεκκλήσι, στον Αη Γιώργη, χωρίς να το τελειώσει, γιατί πιάστηκε και λίγο μετά πέθανε.

      Η εικόνα είχε αγγέλους με φτερά, και την έβαλαν οτο νεκροταφείο και χάθηκε. Μετά το 1945 κάνανε παρεκκλήσι. Όλα τούτα μου τα διηγήθηκε τον Αύγουστο του 1978 ο Παπά Βασίλης Χατζηπαυλής, 94 χρόνων τότε, που χειροτονήθηκε παπάς το 1936.
      Στο μαχαλά Παϊγούς, υπήρχε η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Οι χωρικοί λένε πως ήταν στο χώρο του σημερινού Δημοτικού Σχολείου. Δε σώζεται τίποτα.
      Στον Άη Γιώργη δε σώζεται τίποτα επίσης. Εδώ είναι τα παλιά νεκροταφεία. Η μητρόπολη λένε, βρισκόταν κοντά στον Άη Γιώργη.
      Βόρεια του χωριού, περίπου ένα χιλ. υπάρχει πηγή, η PLACA( = πλάτσα το τσ παχύ) ίσως να προέρχεται απ’ το PLACKA ( = πλιάτσκα—το τσ παχύ) = αλβανικό όνομα = διαρπαγή, λάφυρο, γιατί εδώ οι τούρκοι σφάξανε δυο κοπέλλες και οι γονείς τους καταράστηκαν, και από τότε η πηγή τρέχει επτά χρόνια και ένα στερεύει.
      Όταν στερεύει το νερό, βγαίνει στην Αραβυσσό — χωριό των Γιαννιτσών, οπότε μπορείς να μπεις στη σπηλιά της πηγής. Σήμερα η πηγή ονομάζεται μάνα του νερού.

      ‘Ισως γιαυτό οι τούρκοι να ονόμαζαν τη Νότια και YEDIKOY ( = γεντίκιοϊ) δηλ. επταχώρι. ‘Ισως ακόμα γιατί κατά την τοπική παράδοση καταστράφηκε επτά φορές.
      2) YEDI = γιεντί = τούρκικο αριθμητικό = επτά. 2) ΚΟΥ = κι•οΐ = περσικό όνομα = χωριό. Ακόμα τη Νότιο οι τούρκοι τη λέγανε Νίντα. Ν IDA = νίντα = αραβικό αφηρημένο — κραυγή. Μήπως η ονομασία απ’ τις κραυγές των κοριτσιών;
      Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, η Νότια είχε 1.500 οικογένειες χριστιανικές και μόνον 130 τούρκικες. Ο εξισλαμισμός της την τούρκεψε.

      Ν. Α. του χωριού, σ’ απόσταση δυο ως τρία χιλ. υπάρχει η τοποθεσία «Μοναστήρια» όπου βρέθηκαν προπολεμικά — όπως και γύρω στο 1975—76, καθώς άνοιγαν χωματόδρομους — πολλά κεραμίδια, πυθάρια και κόκκινηπλάκα, ίσως πάτωμα εκκλησίας.

      Ν. Δ. του χωριού, υπάρχει η τοποθεσία MEZLΙS ( = μεζλίς—το ς παχύ) προέρχεται από το ΜΕΖΛΕΚΑ = μεζλεκά = αραβικό όνομα = μέρος ,χώρος, έδαφος, κόσμος, νέων δηλ. χώρος συγκεντρώσεως νεολαίας. Στο χωριό υπάρχουν τρεις ως τέσσαρες τέτοιοι χώροι.

      Στο Μαναστήρ μαχαλά, υπήρχε παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής. Γύρω στα 1975—76 μια χωρική που ζει στη Θεσ)νίκη, ονειρεύτηκε κι έκανε νέο παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, και κάθε χρόνο, στη γιορτή της, έρχεται οικογενειακώς.

      Στην πρώτη γέφυρα, πριν μπούμε στο χωριό, αριστερά του δημόσιου δρόμου, όλη η πλαγιά ήταν αμπέλια. Η παράδοση του χωριού λέει πως πέρασε μεταμφιεσμένος ο μητροπολίτης και ζήτησε ψωμί και νερό.
      Δεν τούδωσαν και καταράστηκε να μη χορτάσουν ψωμί και το νερό να τρέχει θολό.
      — Ποτέ σας να μην έχετε, ήταν η απάντηση.
      Έτσι βγήκε κι ο αέρας πόρτες δηλ. ο βόρειας — προφανώς για να θολώνει το νερό — που οι Νωτιαλήδες τούρκοι τον λέγανε μττοίράζ (BOYRAZ GELIOR) 1) POYRAZ = ποϊράζ = ελληνικό όνομα = βορράς 2) GELIOR (γκέλιορ) =τουρ. όν. = έρχεται.

      Ο αέρας τούτος κάνει πολλές και μεγάλες ζημιές, γιατί καίει τα σιτάρια, τις πατάτες, το καλαμπόκι, το τριφύλλι, και φυσάει την ώρα του αλωνισμού (της συγκομιδής)’.
      Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, οι κατακτητές, πολύ πέδευαν τους χριστιανού:ς.
      Μέχρι που γείτονες χωρικοί δεν μπορούσαν να περάσουν καβάλα σ’ άλογο ή άλλο ζώο, για ,να μη βλέπουν στο γυναικωνίτη των τούρκων τις γυναίκες τους.
      Περνούσαν με χαμηλωμένο το βλέμμα τους προς το χώμα ή πεζοί. Ακόμα οι τούρκοι τους κλέβανε, τους δέρνανε, τους σκότωναν κλπ. χωρίς λόγο.

      Οι τούρκοι του χωριού Νώτια, ήλθαν απ’ την τουρκιά και λέγανε πως γίναν Κι LIS TAN DONME δηλ. κιλιστάν ντιονμέ, που σημαίνει με το σπαθί αλλαξοπίστηοαν. ‘Ισως γι αυτό ήταν πιο σκληροί και φανατισμένοι.

      1) ΚΙLiC = ιΚιλιτς (τα ι άφωνα, τονίζεται η λήγουσα και το τς παχύ) =τοηρ. όνοιμα = ξίφος, σπαθί.
      2) DONME = ντιονμέ = τουρ. ρημ. αφ. = στροφή, επιστροφή, αθέτηση = ως επίθετο = εξομότης.
      Αυτή η συμπεριφορά των τούρκων έκανε τους Νοτιαλήδες ν’ αλλαξοπιστήσουν.

      Στο χωριό υπάρχουν πολλές παραλλαγές για τον εξισλαμισμό του Δεσπότη.

      Οι κάτοικοι τις ξέρουν απ’ τις διηγήσεις των εξισλαμισμένων Νωτιαλήδων με την ανταλλαγή των πληθυσμών, γιατί πρώτα ήρθαν οι δικοί μας και μετά φύγανε οι τούρκοι.
      Και τα λέγανε. Και ξέραν ό,τι άκουσαν από εκείνους, μα κι απ’ τα γειτονικά χωριά.

      Μια λέει πως όταν εξισλαμίσθηκε το χωριό, τον Δεσπότη, τον κυνήγησαν οι τούρκοι και τον σφάξανε στη μάνα του νερού, κι ότι απ’ το αίμα του βγήκε η μάνα του νερού. Μήπως από δώ βγήκε και η ονομασία του χωριού, Νίντα = κραυγή;

      ‘Αλλη λέει πως τον Δεσπότη τον σκότωσαν στα Γρεβενά, πάλι οι τούρκοι.

      Και η τρίτη πως ο Μητροπολίτης Μαγδαληνός — έτσι λεγόταν — αυτοκτόνησε απ’ το τζαμί στη Λάρισα, ενώ ο αδελφός του Τούσης, πήγε στη Τούσιανη δηλ. Αετοχώρι. ‘Αλλοι λένε πως μερικοί κάτοικοι, του χωριού για ν’ αποφύγουν τον εξισλαμισμό, φύγαν κι εγκαταστάθηκαν στον Περλεπέ (γιουγκοσλάβικος σήμερα) στη Βέροια κι αλλού.
      Το χωριό σήμερα ονομάζεται Νότια, γιατί είναι χτισμένο στα νότια του όρους Τζένα. Παλιά ονομαζόταν Ενώτια ή Ενωτία ή Νώτια. Η ονομασία προήλθε από τη λέξη ενώτιο που σημαίνει κόσμημα, στολίδι, σκουλαρίκι, κι όπως πράγματι είναι στολίδι της Τζέλας.

      Ίσως Ενώτια να λέγονταν γιατί ένωνε την έδρα της Μητρόπολης Μογλενών και Φλώρινας, πόλη της Φλώρινας, με τις μακρινές περιοχές της Μογλενά και Γευγελή.

      ΤΡΟΜΟΣ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ

      Τα Νώτια
      «είναι χωρίον υπαγάμενον εις την διοίκησιν Γευγελής και απέχον περί τας είκοσιν ώρας της Φλωρίνης, την νυν εκκλησιαστικής έδρας της επαρχίας Μογλενών»
      γράφει ένας ιστοριοδίφης του περασμένου αιώνα, που πρέπει νάναι ο Πέτρος Παπαγεωργίου.

      Στα Νότια, στο πρώτο μισό του 18ού αιώνα, κρύβονταν φημισμένοι αρματολοί, κι εκεί είχαν το καταφύγιο τους, όσοι κυνηγιόντουσαν απ’ τους τούρκους. Εδώ ερχόταν πολύς κόσμος να κρυφτεί, κυρίως απ’ τη Φλώρινα που είναι πολύ μακρυά.

      Ολόκληρους αιώνες, οι ‘Ελληνες πλήρωσαιν με ποτάμια αίμα, εκατόμβες θυσιών, και απάνθρωπο εξανδραποδισμό, το άσβηστο μίσος και τις ατέλειωτες επιδρομές των τούρκων κατά του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού.
      Γύρω στα μέσα του 18ου αιώνα, οι κάτοικοι του χώρου μας ήταν βορά των καταχτητών. Και το χρονικό του χωριού Νώτια είναι τραγικό.

      —«Οι κάτοικοι αυτού, συνεχίζει το χρονικό του ιστοριοδίφη, πρεσβεύουν την μωαμεθανικήν θρησκείαν, ποιούνται δε χρήσιν του κουτσοβλαχικού λεγομένου γλωσσικού ιδιώματος της Μακεδονίας, της νέας αυτής Βαβέλ, κοινώς και ούτοι προσωνυμούμενοι Καρατζοβαλήδες (εκ του διαμερίσματος Καρατζόβας).

      Εδώ στα 1759 έγινε πράξη που στο κεφάλαιο εξισλαμισμός χριστιανών, χαρακτηρίζει περίλαμπρα την πάλη των δυο θρησκειών.

      Στα Νώτια, όσοι κατάφευγαν δε βρίσκανε μόνο καταφύγιο, αλλά κι ασφάλεια και σιγουριά.
      Βρίσκανε ακόμα και φαγητό και φιλοξενία, γιατί δεν έλειπε τίποτα στο χωριό.
      Αν πάλι τύχαινε να τον κυνηγήσουν οι σαρικοφόροι, υπήρχε τρόπος να εξαφανιστεί κι ο καταζητούμενος και η φαμίλια του.

      Στη Νώτια ήταν πολλά τα μέρη που δεν τα γνώριζαν οι αλλόθρησκοι.
      Έτσι καθένας πήγαινε εκεί, κι ακουμπούσε τον εαυτό του, και τα παιδιά του, τη γυναίκα του και τα ζωντανά του πολλές φορές.

      Το χωριό τούτο είχε απομείνει η μόνη χριστιανική γωνιά μέσα σ’ όλη την περιφέρεια.

      Τ’ άλλα χωριά και οι συνοικισμοί, είχαν αναγκαστεί να δεχτούν τη θρησκεία του Μωάμεθ, το ένα μετά το άλλο. Γι αυτό οι κάτοικοι της Νότιας, υποφέρανε τα πάνδεινα, όχι μονάχα απ’ τους τούρκους, αλλά κι απ’ τους εξωμότες, που τους καταδιώκανε χειρότερα απ’ τους πρώτους με λύσσα.

      Και το χρονικό συμπληρώνει: «Υπήρχε και κάποιος που έκανε σουνέτι, και πήρε το όνομα Χουρσίτ. HURSIT (το ς παχύ) = Περσικό όνομα = ήλιος = ως όνομα Κύρος, Απόλλωνας, Ηλιόδωρος. Τούτος εδώ ήταν ο χειρότερος απ’ όλους, κι ο πιό σκληρόκαρδος άνθρωπος σ’ όλη την περιοχή.

      Στη Νώτια είχε έρθει πολλές φορές, απ’ το γειτονικό χωριό του, κι είχε δει τη Μαριόρα, τη θυγατέρα του Πέτρινου Νάστου.
      Τότε ήταν ακόμα χριστιανός και κανείς δεν είχε αντίρρηση να του την δώσουν, γιατί ήταν άξιος νοικοκύρης.

      Όμως η κοπέλα για κανένα λόγο δεν τον ήθελε, επειδή είχε άλλον στο νου της.

      Μόλις αλλαξοπίστησε τούτος, σκέφτηκε να εκδικηθεί.

      Πήρε λοιπόν καμμιά πενηνταριά τουρκαλάδες με τα χατζάρια τους και με τ’ άλλα τους όπλα και μια και δυο ήλθαν όλοι μαζί στη Νώτια.

      Το πρώτο πούκαμαν ήταν να πάνε στο σπίτι του Νάστου. Επειδή αυτός τρόμαξε και δεν τους άνοιξε, οι σαρικοφόροι σπάσανε την πόρτα και πιάσανε τον Πετρίνο, τη γυναίκα του Σμαραγδή, τους δυο αδελφούς της, τα πέντε αγόρια της, κι όλους τους υπηρέτες και βοηθούς, που ήταν εκεί.

      Την Μαριόρα όμως δεν τη βρήκαν.

      Μέσα στο σπίτι υπήρχε μια κρυφή καταπαχτή κι εκεί πήγε και κρύφτηκε. Τους δικούς της τους πήραν στην πλατεία του χωριού, κι άρχισαν να τους βασανίζουν, για να μάθουν πού είναι το κορίτσι.

      Κανένας όμως δε μιλούσε.
      Οι τούρκοι γίνανε ακόμα πιο ανήμερα θηρία.
      Ο Χουρσίτ, που ήταν ξετρελλαμένος με την κοπέλα και την ήθελε οπωσδήποτε δική του, έψαχνε να την βρει κι έτρεχε πάνω κάτω, σαν τρελλός.

      Ύστερα μάζεψε όλο το χωριό και τους είπε πως θα τους βάλει φωτιά να τους κάψει σαν τα ποντίκια, αν δεν του ομολογήσουν πού βρίσκεται η Μαριόρα.

      Αλλ’ αυτοί δεν ξέρανε πραγματικά και δε λέγανε τίποτα. Τότε πρόσταξε να σκάψουν μεγάλους λάκους στη μέση του χωριού.
      Άντρες και γυναίκες πιάσανε τους κασμάδες και τις τσάπες κι άρχισαν να σκάβουν, ξέροντας πως οι λάκκοι τούτοι θα γινόντουσαν οι τάφοι τους.

      Στο μεταξύ, στην πλατεία, οι τούρκοι βασανίζανε άγρια τον Πετρίνο και τη Σμαραγδή, για να τους πούναι που κρύβεται η θυγατέρα τους.
      —Δεν ξέρουμε απαντούσαν εκείνοι. Αλλά και να ξέραμε δε θα σας το λέγαμε.

      Οι σαρικοφόροι, τότε, πήραν τα πέντε αγόρια, τα ξεγύμνωσαν και τα κρέμασαν ανάποδα σε κάτι δέντρα. Κάτω απ΄ τα κεφάλια τους, ανάψανε μεγάλες φωτιές.

      —Μιλήστε! τους φώναζαν οι τούρκοι. Μιλήστε, γιατί θα σας κάψουμε.

      —Ο θάνατος, δε μας τρομάζει! απαντούσαν τα παιδιά. Όσο πιο σκληρά πεθάνουμε, τόσο πιο γρήγορα θα φτάσουμε κοντά στο θεό.
      —Δε λυπάστε τη ζωή σας;
      —Εσάς λυπόμαστε! Εμείς ακούμε κιόλας τη φωνή των αγγέλων.

      «Έτσι μιλούσαν τα παιδιά, συνεχίζει το χρονικό — γραμμένο στην καθαρεύουσα φυσικά — γιατί οι γονείς τους τα είχαν προετοιμάσει από τότε που γεννήθηκαν κι άρχισαν να καταλαβαίνουν τον κόσμο, πως πάνω απ’ όλα στέκεται ο Θεός, ο Χριστός.
      Βέβαια τα πέντε αγόρια των Νασταίων πονούσαν και κραύγαζαν άγρια, παρακαλώντας τον Κύριο να τα λυτρώσει μια ώρα αρχήτερα απ’ τα φρικτά μαρτύρια.

      Τις κραυγές τους αυτές τις άκουγε φαίνεται και η Μαριόρα, μέοα στην καταπακτή της.
      Δεν μπορούσε λοιπόν, να κρατήσει περισσότερο κι αποφάσισε να βγει στην επιφάνεια και να παρουσιαστεί στον Χουρσίτ, μόνο και μόνο για ν’ αφεθεί ελεύθερο το χωριό και οι δικοί της.

      Η ΜΑΡΙΟΡΑ

      Η παραμάνα της Μαριόρας, που ήταν μαζί της μέθα στην καταπακτή, άρχισε να την παρακαλάει να μείνει εκεί πέρα, όπως είχε υποσχεθεί στον πατέρα της και τη μητέρα της.

      —Οτι κι αν ακούσεις, ό,τι κι αν συμβεί, 6α μείνεις εδώ κάτω, της είπαν εκείνοι. Έχεις τροφές και νερό για πολλές βδομάδες. Δεν πρέπει, λοιπόν, να ξεμυσεις πουθενά. Εμάς, ό,τι κι αν μας κάνουν, όσο κι αν μας βασανίσουν, θα μας αφήσουν στο τέλος. Ενώ εσένα θα σε κρατήσουν για πάντα.

      Η μητέρα της έβγαλε ένα μικρό εικόνισμα του Χριστού από τον κόρφο της και τ’ απίθωσε μπροστά της.

      Έλα κόρη μου, την παρακάλεσε. Βάλε το χέρι σου εδώ πάνω και πάρε όρκο.
      —Τι όρκο να πάρω, μάνα;
      – Πως δεν θα τουρκέψεις…
      Η κοπέλα χαμογέλασε πικρά, κι είπεν με παράπονο:
      —Ώστε είναι ανάγκη να ορκιστώ γι αυτό; έκανε. Δε με ξέρετε ακόμα;
      —Σε ξέρουμε και σε παραξέρσυμε, κόρη ιμου. Αλλ’ άμα θ’ ακούσεις τις φωνές μας και τα βογγητά μας, άμα θα αφουγκραστείς το κλάμα μας και τον πόνο μας, τότε θα πονέσεις κι εσύ και θα βγεις πάνω. Κα όχι, καλύτερα να πεθάνουμε όλοι μας, παρά να σε δούμε τουρκάλα σε χαρέμι.

      Γι αυτό και η παραμάνα της Μαριόρας, της έλεγε τώρα να θυμηθεί τον όρκο, που είχε δώσει στους γονείς της, προτού χωριστούνε.

      Όμως, η πεντάμορφη νέα, δεν μπορούσε να κρατήσει.
      Κάθε κραυγή π’ άκουγε, κάθε φωνή και κά&ε αναστεναγμός, ήταν μια μαχαιριά στην καρδιά της. Μάταια η παραμάνα της την παρακαλούσε να μην κάνει καμμιά τέτοια τρέλλα, γιατί θα πλήγωνε ακόμα πιο πολύ τους δικούς της.

      Μα, πού να την ακούσει εκείνη! Το δράμα που παιζόταν έξω, στην πλατεία του χωριού, ήταν τόσο μεγάλο και τόσο τραγικό, ώστε ξεπερνούσε τα όρια του όρκου της.

      Τι έφταιγαν όλοι οι άλλοι, να πληρώσουν γα χάρη δική της;

      —Ό,τι κι αν κάνω, ο θεός θα με συγχωρέσει, είπε στη γριά παραμάνα της. Τον όρκο μου θα τον καταπατήσω αναγκαστικά, για να σωθούν οι άλλοι. Πώς θα μπορώ να σηκώνω τόσες ψυχές πάνω μου, άμα θάρθει η ώρα μου να πεθάνω;

      Η παραμάνα της κατάλαβε πως το κορίτσι είχε δίκιο. Όλ’ αυτά που της έλεγε, ήταν σωστά και λογικά. Γιατί να υποφέρουν πάνω από τριακόσιοι άνθρωποι, μόνον επειδή κρυβόταν τούτη γ;α να μην πέσει στα χέρια τους; Έτσι την άφησε να κάνει αυτό που ήταν σωστό.

      Μια και ‘δυο, τότε, βγήκε απ’ την καταπακτή, μπήκε στο σπίτι της, στολίστηκε, κι έγινε ακόμα πιο όμορφη.
      Ύστερα τράβηξε στην πλατεία, όπου ήταν συγκεντρωμένο όλο το χωριό, κι έσκαβε λάκκους, για να θαφτούνε ζωντανοί.
      Ήταν φοβερό αυτό που έβλεπε, μα έσφιξε την καρδιά της, και με σταθερό βήμα, πήγε να βρει το Χουρσίτ.
      Άμα την είδε ο άλλος μπροστά του, έμεινε μ’ ανοιχτό στόμα.
      —Τι γυρεύεις εσύ εδώ πέρα; τη ρώτησε.
      — Ήρθα για σένα, του απάντησε εκείνη.
      —Και τι θα με κάνεις, αφού δε με θέλεις;
      —Τόσον καιρό, δε σε ήθελα, όμως τώρα σε θέλω. Γιατί κατάλαβα πως είσαι πολύ δυνατός.

      Ci γονείς της, όταν την είδαν στην πλατεία, να κουβεντιάζει με τον Χουρσίτ, κόντεψε να τους στρίψει το μυαλό.

      —Μαριόρα! της φώναξε μ’ απόγνωση η μάνα της. Γιατί βγήκες απ’ την καταπαχτή; Ξέχασες λοιπόν τον όρκο σου;

      Η κοπέλα την κοίταξε με χαμόγελο.

      —Τα ξέχασα όλα! αποκρίθηκε. Κι εσάς ακόμα. Από δω και πέρα θα ζήσω τη ζωή μου, όπως τη θέλω εγώ. Μη σας νοιάζει πια τι θα απογίνω.
      Τότε, όλοι μαζί οι δικοί της, της φώναξαν να είναι καταραμένη.

      Η Μαριόρα, παρακάλεσε το Χουρσίτ ν’ αφήσει για χάρη της ελεύθερο το χωριό.

      Τούτος το σκέφθηκε πολύ, γιατί λογάριαζε να ξεκληρίσει απ’ άκρη σ’ άκρη όλους τους κατοίκους της Νώτιας.
      Στο τέλος, πήρε την απόφαση να θάψει ζωντανούς καμμιά δεκαπενταριά, επειδή του είχαν αντισταθεί κι επειδή πληγώσανε μερικούς τούρκους. Παρόλα τα κλάματα και τα παρακαλείά της, η Μαριόρα, ‘δεν κατάφερε να τον πείσει ν’ αλλάξει γνώμη.

      Πήρε αυτούς τους δεκαπέντε άντρες, τους παρέδωσε στους σαρικοφόρους, κι αφού αυτοί τους βασανίσανε απάνθρωπα, αφού τους έκαναν τα πιο φρικτά πράγματα, που δεν μπορούν να περιγραφούν, τους έρριξαν μέσα στους λάκκους και τους θάψανε ζωντανούς.

      Άφησαν μονάχα τα κεφάλια τους απ’ όξω απ’ το χώμα, για να μαρτυρήσουν ακόμα περισσότερο.
      Εκεί κατέβαιναν τα κοράκια και τους τσιμπούσαν τα μάτια. Όλοι τους είχαν μείνει τυφλοί και τα βογγητά τους, οι κραυγές τους και οι προσευχές τους, ακούγονταν ώρες ολόκληρες. Ποιος τολμούσε να πλησιάσει; Ώσπου ήλθε ο θάνατος, τους πήρε μαζί του κι ησύχασαν.

      Ο Χουρσίτ, ευτυχισμένος που απόχτησε τον πολύτιμο θησαυρό του, πήρε τη Μαριόρα κι έφυγε την ίδια μέρα για το σπίτι του.
      Προηγουμένως άφησε ελεύθερους τους δικούς της, κι όλους τους άλλους, εκτός απ΄ τους δεκαπέντε που θανατώθηκαν.

      Στο δρόμο καθώς την πήγαινε καβάλα πάνω στ’ άλογο του, ο τρομερός εκείνος άνθρωπος απομακρύνθηκε απ’ τους συντρόφους του, θέλοντας να βρει μια κατάλληλη ερημιά και να γλεντήσει με την άμοιρη κοπέλα.
      Η Μαριόρα, άμα μείνανε μόνοι, έκανε πως τον χαϊδεύει, και τούτος έπλεε σε πελάγη ευτυχίας. Ξαφνικά όμως τράβηξε απ’ τον κόρφο της ένα μαχαίρι και του το κάρφωσε στην καρδιά.
      Ο Χουρσίτ έβγαλε ένα βογγιτό κι έπεσε απ’ το άλογο του.
      Ήταν νεκρός.
      Τότε, η νέα, πήρε το ζωντανό και καλπάζοντας σαν τον άνεμο, γύρισε μπρος — πίσω στο χωριό της, για ν’ αναγγείλει σ’ όλους το θάνατο του Χουρσίτ. Όλοι τότε τη σήκωσαν στα χέρια και την πήγαν στον πατέρα της και στη μάνα της.
      Η Μαριόρα έπεσε στα πόδια τους.

      —Συγχωρέστε με! τους είπε. Καταπάτησα τον όρκο μου για λίγες ώρες. Τον καταπάτησα για να μπορέσω να βγάλω από τη μέση τούτο το ανήμερο θηρίο, που μας βασάνιζε χρόνια και χρόνια. Ποτέ δεν απαρνήθηκα το θεό μου. θέλω να με πιστέψετε.
      Κλαίοντας, οι δικοί της, την αγκάλιασαν και τη φίλησαν.

      —’Νάσαι ευλογημένη, φώναξαν. Ευλογημένη απ’ το Χριστό κι όλους τους Αγίους.
      Τι θα κάνουμε όμως τώρα; Τάχα οι τούρκοι δε θα ξαναγυρίσουν στο χωριό μας, για να μας τιμωρήσουν;
      —Μπορούμε να φύγουμε και να πάρουμε τα βουνά, πρότειναν μερικοί. Είναι το μόνο που μας απομένει να κάνουμε. Τι λέτε κι εσείς οι άλλοι;
      —Σωστή είναι η σκέψη σας. Καλύτερα όμως να συμμορφωθούμε μ’ αυτά που θα μας πει ο Δεσπότης. Πάμε να τον βρούμε και να του μιλήσουμε.

      ΣΗΝΕΧΙΖΩ….:

      ΣΤΗΝΝ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΔΙΕΥΗΝΣΗ ΠΟΥ ΣΟΥ ΔΙΝΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΗΤΑΝ ΓΝΩΣΤΗ ΩΣ ΣΗΜΕΙΟ ΣΗΝΑΝΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΥΚΑΩΝΕΣ ΟΠΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΑΝΑΦΕΡΩ ΣΕ ΠΕΡΕΤΕΡΟ ΑΡΘΡΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΥΚΑΩΝΕΣ!!!! ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ ΟΤΙ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΥΤΟ ΕΙΧΕ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΛΥΚΑΩΝ-ΛΥΚΑΙΑ ΚΑΙ ΤΕΛΟΣ ΛΥΚΟΣΤΟΜΟ…

      ΔΕΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΙΣΩΣ ΚΑΤΙ ΒΡΕΙΣ……:

      http://promahi-nea.blogspot.gr/2013/08/blog-post_3215.html

      ΣΥΝΕΧΙΖΩ….:

      ΜΙΑ ΜΥΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΝΜΑΣΙΑ << ΤΙΤΑΝΕΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ >> Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟΣΟ ΓΝΩΣΤΗ ΣΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΣΤΡΙΑ ΠΙΣΤΕΟΥΝ ΟΤΙ Η ΑΜΩΛΠΙΑ ΗΤΑΝ ΟΙ ΓΕΝΝΕΤΗΡΑ ΤΩΝ ΤΙΤΑΝΩΝ….ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΤΙΤΤΑΝΩ!!!! ΕΠΙΣΕΙΣ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΤΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΓΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΜΩΠΙΑ ΚΑΙ ΟΤΙ ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΤΑ ΕΦΤΙΑΞΑΝ ΟΙ ΤΙΤΤΑΝΕΣ!!!! ΠΡΟΚΕΙΤΕ ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΥΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΚΛΑΔΙ ΤΩΝ ΡΟΔΟΣΤΑΥΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ ΤΩΝ ΚΑΘΑΡΩΝ ΜΕ ΠΟΛΥ ΙΔΙΕΤΕΡΕΣ ΣΚΩΤΕΙΝΕΣ ΠΤΥΧΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΟΥΣ ΚΡΟΝΙΟΥΣ ΤΙΤΤΑΝΕΣ….ΠΕΡΕΤΕΡΟ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΜΥΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΩ…..ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΔΟΝ ΑΟΡΑΤΗ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΚΛΙΣΤΗ….ΛΕΓΕΤΑΙ ΟΤΙ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ 1600 ΜΕΛΗ ΙΔΙΕΤΕΡΑ ΠΡΙΚΟΙΣΜΕΝΑ ΣΕ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ ΟΠΟΥ ΧΡΗΜΟΔΟΤΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΚΑΙ ΚΡΥΦΗ ΕΤΑΙΡΙΑ – ΛΕΣΧΗ << ΙΑΣΩΝΑΣ >> !!!!!

      http://www.youtube.com/watch?v=QddKBq86w7Q

      ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
      1 Ηλεκτρονική Εγκυκλοπαίδεια « Πάπυρους Λαρούς Μπριτάννικα» 2004 – 2005
      2 Ψηφιακή εγκυκλοπαίδεια 2004 – 2005 « εκπαιδευτική ΥΔΡΙΑ- 3D animatiion»
      3 Κουκούδης Α, «Οι Ολύμπιοι βλάχοι και τα βλαχομογλενά » Εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ Θεσσαλονίκη 2001
      4 Αχ. Γ Λαζάρου «Βλάχοι και Κρατικές Παραλείψεις» Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΌΣ 2002
      5 Μ.Β. Σακελαρίου «Μακεδονία 4000 Χρόνια Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού» ΕΚΔΟΤΙΚΉ ΑΘΗΝΩΝ Αθήνα 1992 σελ.78-80
      6 Τουσίμης Γ – Στουγιαννάκη, Αλίκη – Αικατερίνη «Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ, Αριδαίας – Πέλλης, ιστορική έρευνα», έκδοση της Ιεράς Μονής Αρχαγγέλλου Μιχαήλ αρθ. 1, Έδεσσα 1992 σελ.10
      7 Μαρτυρία: Μποζίνη Νώε, κάτοικου Λαγκαδιάς – Πέλλας, γεννηθείς 1937
      8 Μαρτυρία: Βότση Αικατερίνη, κάτοικος Περίκλειας – Πέλλας, γεννηθείς 1910
      10 Καρατζόγου Α , «Η ΑΛΜΩΠΙΑ ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ»
      11.Αχ. Γ Λαζάρου, « Η Αρωμουνική και αι μετά της Ελληνικής σχέσεις αυτής. Βλάχοι, Ιστορική – Φιλολογική Μελέτη», β’ έκδοση, Αθήνα 1986
      12. Μαρτυρία: Γρόση Νικόλαου, Πρώην Γραμματέα και κάτοικου Περίκλειας – Πέλλας, γεννηθείς 1935
      13. Μαρτυρία: Πετρούση Ιωάννη, κάτοικου Περίκλειας – Πέλλας, γεννηθείς 1912
      14. Μαρτυρία: Πόπτση Νικόλαου, κάτοικου Περίκλειας – Πέλλας, γεννηθείς 1922
      15 Μαρτυρία: Παπακούτσης Στεφανίας, κάτοικου Λαγκαδιάς – Πέλλας, γεννηθείς 1932
      16 Μαρτυρία: Πόπτσης Μαρίας, κάτοικου Περίκλειας – Πέλλας, γεννηθείς 1924
      17. Μαρτυρία: Πόπτση Γεώργιου, κάτοικου Νότιας – Πέλλας, γεννηθείς 1928
      18. Μαρτυρία: Παπακούτση Χρήστου, κάτοικου Λαγκαδιάς – Πέλλας, γεννηθείς 1925
      19. Μαρτυρία: Τσίου Δημήτριου, κάτοικου Αρχάγγελου – Πέλλας, γεννηθείς 1929
      22 Μαρτυρία: Κιούπης Αναστασίας, κάτοικου Περίκλειας – Πέλλας, γεννηθείς 1911

      ΑΥΤΑ ΕΙΧΑ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΦΙΛΕ ΜΟΥ ΕΛΠΙΖΩ ΚΑΠΩΣ ΝΑ ΣΕ ΒΟΗΘΗΣΑ……

      ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΠΑΝΤΑ ΚΑΛΑ!!!!

Αφήστε μια απάντηση